ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
4247/2023
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Κωνσταντίνο Σπυράκο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Αναστασία Βοϊτσίδου, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια, Χριστίνα Οικονόμου, Πρωτοδίκη, και από τη Γραμματέα Ελένη Βλάμου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 28 Σεπτεμβρίου 2023, για να δικάσει την κάτωθι υπόθεση:
ΤΟΥ ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …, κατοίκου Πατρών (οδός …), με Α.Φ.Μ. …, ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου του Δημητρίου Γουβέτα, Δ.Σ. Αθηνών, και κατέθεσε επί της έδρας προτάσεις, πλην όμως είχε καταθέσει προτάσεις νομότυπα ενόψει της αρχικής συζήτησης της υποθέσεως, στις 4.4.2019.
ΤΟΝ ΚΑΘ’ ΟΝ Η ΚΛΗΣΗ-ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΝ: 1) …, κατοίκου Αδελαΐδος Νοτίου Αυστραλίας (οδός …), με Α.Φ.Μ. …, 2) …, κατοίκου Αδελαΐδος Νοτίου Αυστραλίας, με Α.Φ.Μ. …, οι οποίοι παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου διά του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Νικολάου Γιουρούκου, Δ.Σ.Α. και κατέθεσαν νομότυπα προτάσεις στις 4.4.2019, ενόψει της αρχικής συζήτησης της υποθέσεως, καθώς και συμπληρωματικές, κατά την μετ’ επανάληψη συζήτηση στις 13.5.2021 και στις 27.9.2023.
Ο καλών-ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 24.12.2014 αγωγή του, η οποία κατατέθηκε ενώπιον της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου στις 24.12.2014, με γενικό αριθμό κατάθεσης …/2014 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου …/2014, προσδιορίστηκε αρχικώς για συζήτηση για τη δικάσιμο της 23.3.2017 και μετ’ αναβολών για τη δικάσιμο της 4.4.2019. Δυνάμει της υπ’ αριθ. ΕΠ/4Ο4/2Ο2Ο πράξης αφαίρεσης δικογραφιών της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών, αφαιρέθηκε η δικογραφία από τη σύνθεση και ορίστηκε, με την από 21.12.2020 πράξη της, ως νέος χρόνος συζήτησης της αγωγής η 18.3.2021 και ακολούθως η 13.5.2021. Κατά την τελευταία, η υπόθεση συζητήθηκε, εκδοθείσας επ’ αυτής της μη οριστικής, υπ’ αριθ. 195/2022 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία ανεστάλη η συζήτησή της. Ήδη επαναφέρεται προς συζήτηση δυνάμει της από 23.5.2023 κλήσης του ενάγοντος, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 31.5.2023, με γενικό και ειδικό, αντίστοιχα, αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 58411/2023 και 581/2023, και με την οποία ορίστηκε ως χρόνος συζήτησης αυτής η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμος. Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά τα αναφερόμενα στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νομίμως φέρεται εκ νέου προς συζήτηση, κατόπιν εκδόσεως της υπ’ αριθ. 34/2023 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών, δυνάμει της με γενικό και ειδικό, αντίστοιχα, αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 58411/2023 και 581/2023 κλήσης του ενάγοντος η με γενικό αριθμό κατάθεσης 141227 / 2014 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου 4190/2014 αγωγή, η συζήτηση της οποίας είχε ανασταλεί δυνάμει της μη οριστικής απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, υπ’ αριθ. 195/2022, έως την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της με αριθμό κατάθεσης 213/2011 αγωγής του ήδη εναγόμενου κατά του ενάγοντος, της ασκηθείσας με τις προτάσεις ανταγωγής του τελευταίου και της με αριθμό κατάθεσης 860/2014 προσεπίκλησης δικονομικού εγγυητή παρεμπίπτουσας αγωγής του ήδη εναγόμενου, κατόπιν άσκησης των με αριθμό κατάθεσης 16/2018 και 17/2018 εφέσεών τους ενώπιον του Εφετείου Πατρών. Δέον όπως σημειωθεί αφενός ότι η ανωτέρω, από 13.5.2021 συζήτηση της υπό κρίση αγωγής Θεωρείται ως οίκοθεν μετ’ επανάληψη και συνέχεια της αρχικής, μετά την οποία δεν εκδόθηκε, κατά τα προεκτεθέντα, απόφαση, κατ’ άρθρο 307 ΚΠολΔ, μη απαιτούμενης, συνεπώς, της επανακατάθεσης προτάσεων (βλ. ΑΠ 32/2023, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αφετέρου ότι ομοίως η παρούσα συζήτηση θεωρείται ως μετ’ επανάληψη και συνέχεια της προηγούμενης, από 13.5.2021, μετά την έκδοση της ως άνω μη οριστικής απόφασης περί αναστολής της δίκης κατ’ άρθρο 249 ΚΠολΔ (βλ. ΕφΠετρ 680/2022, δημ. στον διαδικτυακό τόπο του Εφετείου, ΕφΘεσ. 38/2011, ΠΠΤριπ 2/2023, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Μακρίδου σε Κεραμέως/Κονδύλη/Νίκα, έκδ. 2000, άρθ. 249, αρ. 13), με συνέπεια, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, να μην απαιτείται η εκ νέου νομότυπη κατάθεση προτάσεων από πλευράς των διαδίκων. Με την υπό κρίση αγωγή του ο ενάγων εκθέτει ότι ο εναγόμενος, επιχειρηματίας δραστηριοποιούμενος στην Αυστραλία, απέκτησε το 90% των μετοχών της εταιρείας με την επωνυμία: «…» και τον διακριτικό τίτλο: «…» και ότι, κατόπιν πρότασής του, δέχθηκε να λάβει μέρος στην διοίκηση αυτής. Ότι ειδικώς στις 29.12.2007 ορίστηκε ως μέλος του Δ.Σ. της ανωτέρω και ότι στο πλαίσιο της σχετικής μεταξύ τους συμφωνίας ο ίδιος, λόγω της δυσμενούς ισοτιμίας ευρώ – δολαρίου και προς εξυπηρέτηση του εναγόμενου, εκπλήρωνε τις υποχρεώσεις της … εξ ιδίων κεφαλαίων και ο τελευταίος εξέδιδε αντίστοιχες επιταγές εις διαταγήν του. Ότι τον Οκτώβριο του 2008 ο εναγόμενος εξέδωσε στην Αθήνα εις διαταγήν του την υπ’ αριθ. … μεταχρονολογημένη επιταγή, με πληρώτρια την Αχαϊκή Συνεταιριστική Τράπεζα, ποσού 220.000 ευρώ, με αναγραφόμενη ημερομηνία έκδοσης την 31.12.2009. Ότι το εν λόγω αξιόγραφο το εμφάνισε προς πληρωμή εμπρόθεσμα και νομότυπα, στις 24.9.2009, εντούτοις σφραγίστηκε από την πληρώτρια τράπεζα εξαιτίας έλλειψης διαθέσιμων κεφαλαίων στον τηρούμενο σε αυτήν λογαριασμό, όπως προκύπτει από την επ’ αυτού τεθείσα βεβαίωση των υπαλλήλων της. Ότι κατόπιν αιτήσεώς του είχε εκδοθεί η υπ’ αριθ. 1419/2009 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, επιδικάζουσα το ποσό των 220.000 ευρώ νομιμοτόκως, εντούτοις ακυρώθηκε, κατόπιν ασκήσεως ανακοπής εναντίον της, λόγω της έλλειψης της διαδικαστικής προϋπόθεσης της μη κατοικίας του καθ’ ου στην ημεδαπή. Ότι εναντίον του εναγόμενου διατηρεί αξίωση πηγάζουσα από αδικοπραξία, βάσει της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, κατ’ άρθρο 79 του Ν. 5960/1933. Ότι σε χρόνο κατά τον οποίο η ως άνω απαίτησή του είχε καταστεί ληξιπρόθεσμη και είχε επιδοθεί στον εναγόμενο αντίγραφο εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού της εκδοθείσας διαταγής πληρωμής, με επιταγή προς εκτέλεση, αυτός, ενεργώντας καταδολιευτικά, προέβη στις ένδικες μεταβιβάσεις προς την δεύτερη εναγόμενη, κόρη του, και συγκεκριμένα κατήρτισε μαζί της το ένδικο υπ’ αριθ. 8562/29.1.2010 συμβολαιογραφικό έγγραφο γονικής παροχής ακινήτων της συμβολαιογράφου Αθηνών Μαρίνας Σταυριανού, με αντικείμενο την σε αυτήν, με αιτία γονική παροχή, μεταβίβαση της κυριότητας των αναλυτικά στην αγωγή περιγραφόμενων τριών ακινήτων, ευρισκόμενων, αντίστοιχα, των δύο πρώτων στον Δήμο Κερατέας, και, του τρίτου στον Δήμο Χολαργού, το οποίο (συμβόλαιο) αφενός μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κερατέας, αφετέρου καταχωρήθηκε στα βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Αγίας Παρασκευής. Ότι τα ακίνητα αυτά συνιστούσαν τα μοναδικά εμφανή περιουσιακά στοιχεία του εναγόμενου, από την εκτέλεση των οποίων Θα μπορούσε ο ίδιος να ικανοποιήσει την αξίωσή του, η δε αντικειμενική αξία τους ανέρχεται σε 5.900, 2.500 και 65.000 ευρώ, αντίστοιχα. Ότι κατά την διενέργεια των εν Θέματι απαλλοτριώσεων ο πρώτος εναγόμενος ενήργησε με σκοπό την ματαίωση της ικανοποίησης της αξίωσής του, καθώς και ότι η δεύτερη εναγόμενη τελούσε σε γνώση ου στοιχείου αυτού. Με βάση το παραπάνω ιστορικό ζητεί να διαταχθεί η διάρρηξη της απαλλοτριωτικής αυτής δικαιοπραξίας, με αντικείμενο τα τρία περιγραφόμενα ακίνητα (αγροτεμάχια και διαμέρισμα), ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η ικανοποίηση της αξίωσής του, καθώς και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην πληρωμή των δικαστικών του εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση αγωγή, όπως έχει ήδη κριθεί με την μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του αρμόδιου καθ’ ύλην και κατά τόπον Δικαστηρίου (άρθ. 18, 35 ΚΠολΔ), κατά την προσήκουσα τακτική διαδικασία, ως ίσχυε πριν τις τροποποιήσεις που επέφερε ο Ν. 4335/2015, και είναι ορισμένη, με την σημείωση ότι, αντίθετα από τα υποστηριζόμενα από τους εναγόμενους, σε αυτήν διαλαμβάνονται οι ισχυρισμοί περί ανεπάρκειας της υπόλοιπης εμφανούς περιουσίας του πρώτου εξ αυτών για την ικανοποίηση της ένδικης απαίτησης και περί της κατάρτισης της απαλλοτριωτικτίς δικαιοπραξίας, η διάρρηξη της οιτοίας ζητείται, με σκοπό τη ματαίωση αυτής, ενώ επιπλέον περιγράφεται κατά τρόπο αρκούντως ορισμένο η, κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς, αξίωση του ενάγοντος έναντι του πρώτου εναγόμενου, πηγάζουσα, συγκεκριμένα, από αδικοπρακτική ευθύνη λόγω της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής. Είναι νόμω βάσιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 939, 942, 943, 945 ΑΚ, και, συνεπώς, Θα πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς και την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου του ότι αφενός, λόγω του μη αποτιμητού σε χρήμα αιτήματός της, δεν απαιτείται η προσκομιδή δικαστικού ενσήμου, αφετέρου έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη (άρθ. 220 ΚΠολΔ) για το παραδεκτό της προδικασία, με την εμπρόθεσμη εγγραφή της στα βιβλία διεκδικήσεων του Υποθηκοφυλακείου Κερατέας (υπ’ αριθ. πρωτ. 1461/8.2.2Ο17 πιστοποιητικό της Υποθηκοφύλακα) και την εμπρόθεσμη καταχώρισή της στα βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Αγίας Παρασκευής (υπ’ αριθ. πρωτ. 610/1.3.2017 πιστοποιητικό καταχώρισης εγγραπτέας πράξης).
Με το δικόγραφο των προτάσεών τους οι εναγόμενοι αρνούνται αιτιολογημένα την υπό κρίση αγωγή, τόσο ως προς το στοιχείο της ύπαρξης της ένδικης αξίωσης έναντι του πρώτου εξ αυτών, όσο και προς τα στοιχεία της ανεπάρκειας της υπόλοιπης, ήτοι πέραν των μεταβιβασθέντων κατά κυριότητα ακινήτων, περιουσίας αυτού για την ικανοποίηση της τελευταίας. Λεκτέον ότι τα όσα εκτίθενται υπό τη μορφή της προβολής ένστασης καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, αναφορικά με το ότι, κατά τους στο κρινόμενο δικόγραφο εμπεριεχόμενους ισχυρισμούς, ο ενάγων άσκησε την υπό κρίση αγωγή παρά το ότι τελεί σε γνώση του ότι ο πρώτος εναγόμενος αποτελεί έναν εκ των πλουσιότερων ομογενών, αληθή υποτιθέμενα δεν υπάγονται στο πραγματικό του άρθρου 281 ΑΚ, αλλά ανάγονται σε ανάλυση της επιχειρηματολογίας των εναγόμενων ως προς την αιτιολογημένη από πλευράς τους άρνηση της αγωγής, καθώς κατά τον τρόπο αυτόν αμφισβητείται η ίδια η γέννηση του δικαιώματος για διάρρηξη της ένδικης δικαιοπραξίας (βλ. ΕφΛαρ 148/2018, ΤΝΠ ΔΣΑ). Τέλος, με τις επί της έδρας κατατεθείσες προτάσεις τους, κατά την αναφερόμενη στο προεισαγωγικό τμήμα της παρούσας δικάσιμο, οι εναγόμενοι προβάλουν ένσταση παραγραφής διότι, όπως εκθέτουν, ως προς την επίδοση της υπό κρίση αγωγής στην δεύτερη εναγόμενη, έλαβε μεν χώρα πλασματική επίδοση αυτής στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, λόγω της ιδιότητας της ως κατοίκου εξωτερικού, εντούτοις, κατά τα ειδικώς αναφερόμενα από αυτούς, δεν πραγματοποιήθηκε επίδοση του ένδικου δικογράφου από αρμόδιο όργανο στην Αυστραλία, καθ’ όσον (η εναγόμενη) είχε μετοικήσει από την διεύθυνση κατοικίας, στην οποία επιχειρήθηκε αυτή να διενεργηθεί. Εντούτοις, καθ’ όσον η παρούσα συζήτηση της υπόθεσης δεν είναι η αρχική, οπότε η υπόθεση εκφωνήθηκε και άρχισε η εκδίκασή της, αλλά η μετ’ επανάληψη συζήτηση της υπό κρίση αγωγής και ειδικώς, κατά τα αναλυόμενα ανωτέρω, μετά την επανάληψη της συζήτησης αυτής κατ’ άρθρο 307 ΚΠολΔ, και ακολούθως μετά την αναστολή της δίκης, κατ’ άρθρο 249 ΚΠολΔ, ο δε κρινόμενος ισχυρισμός προβάλλεται το πρώτον στην παρούσα δικάσιμο, παρά το ότι τα πραγματικά περιστατικά στα οποία επιχειρεί να εδρασθεί προϋπήρχαν και κατά τις προηγούμενες δικασίμους, κατά τις οποίες οι εναγόμενοι παρέστησαν νομότυπα, και δεν γίνεται επίκληση συνδρομής των όρων του 269 ΚΠολΔ, ο τελευταίος κρίνεται απορριπτέος ως απαραδέκτως προβαλλόμενος (βλ. ΑΠ 846/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 119/2020, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Από όλα τα μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένων εκ των οποίων γίνεται ειδική μνεία κάτωθι, χωρίς, ωστόσο, ουδέν να παραλείπεται κατά την ουσιαστική εκτίμηση της διαφοράς, από την ανωμοτί εξέταση του ενάγοντος και την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα ανταποδείξεως …, οι οποίοι εξετάστηκαν κατά την αρχική συζήτηση της διαφοράς στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 4.4.2019 και περιέχονται στα υπ’ αριθ. 11044/2019 πρακτικά συνεδρίασης του τελευταίου, με την σημείωση του ότι τα τελευταία φέρουν την υπογραφή μόνο της Γραμματέως της έδρας και όχι και της Προέδρου, η οποία διηύθυνε τη συζήτηση, χωρίς να αναγράφεται σε αυτά κάποιο προς τούτο κώλυμα (άρθ. 258 ΚΠολΔ), εντούτοις λαμβάνονται υπόψη ως μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα, συνεκτιμώμενα ως δικαστικά τεκμήρια (βλ. ΕφΙωαν 448/2006, 3986/1988, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ-για τη συνεκτίμηση των μη πληρούντων τους όρους του νόμου αποδεικτικών μέσων στην τακτική διαδικασία ΕφΛαρ 72/2023, 49/2021, ΤΝΠ ΔΣΑ), και από τα όσα οι διάδικοι ρητά ή σιωπηρά συνομολογούν αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο πρώτος εναγόμενος είναι επιχειρηματίας, o οποίος δραστηριοποιείται στην Αυστραλία, όπου κατοικεί μόνιμα. Το έτος 2007 απέκτησε ποσοστό 90% των μετοχών της Π.Α.Ε. με την επωνυμία: «…» και τον διακριτικό τίτλο: «Π.Α.Ε. …», εδρεύουσας στην Πάτρα. Το καλοκαίρι του ίδιου έτους γνωρίστηκε με τον ενάγοντα, ο οποίος ήταν φίλαθλος της ομάδας και προσφέρθηκε να παρέχει χωρίς αμοιβή τις υπηρεσίες του στην διοίκησή της. Πράγματι, με το από 29.12.2007 πρακτικό της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων, το οποίο δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ υπ’ αριθ. 2020/7.4.2008 (τ. Α.Ε. και Ε.Π.Ε.), εξελέγη νέο Δ.Σ., με πρόεδρο αυτού τον αδερφό του εναγόμενου, …, ομοίως μόνιμο κάτοικο Αυστραλίας. Περίπου ένα έτος μετά, λόγω της αμοιβαίας εμπιστοσύνης που είχε αναπτυχθεί μεταξύ των ανωτέρω διαδίκων, παρασχέθηκε στον ενάγοντα, δυνάμει του υπ’ αριθ. 13043/7.11.2008 πληρεξουσίου του Γενικού Πρόξενου της Ελλάδας στην Αδελαΐδα, της Πολιτείας της Νότιας Αυστραλίας, το δικαίωμα να εκπροσωπεί τον αδερφό του εναγόμενου, έχοντος την εκτεθείσα ιδιότητα, και να υπογράφει κάτω από την εταιρική σφραγίδα της Π.Α.Ε. για κάθε υπόθεση που αφορούσε στην εφορία, το Ι.Κ.Α., τα δικαστήρια, τις τράπεζες και τους οργανισμούς, χωρίς ο πρώτος εξ αυτών να προσβλέπει σε κάποιο αντάλλαγμα. Κατά πάγια συμφωνία μεταξύ του ενάγοντος και του πρώτου εναγόμενου, το μεγαλύτερο μέρος των εξόδων της Π.Α.Ε. καλυπτόταν από τον δεύτερο, βασικό της μέτοχο, είτε προκαταβολικά, με παράδοση μετρητών προς τον ενάγοντα, την έκδοση προσωπικών επιταγών του μεταχρονολογημένων ή και επιταγών της ναυτιλιακής εταιρείας συμφερόντων του, με την επωνυμία: «…», εδρεύουσας στην Ελλάδα, αλλά και από τα έσοδά της. Ωστόσο, η συνεργασία μεταξύ των διαδίκων εξελίχθηκε σύντομα κατά τρόπο προβληματικό. Στο πλαίσιο της ανωτέρω συμφωνίας, ο εναγόμενος εξέδωσε και παρέδωσε στον ενάγοντα την υπ’ αριθ. … μεταχρονολογημένη επιταγή, με αναγραφόμενη ημερομηνία έκδοσης την 31.12.2009, ποσού 220.000 ευρώ, με πληρώτρια τράπεζα την «ΑΧΑΙΚΗ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΣΥΝ.ΠΕ.», πληρωτέα από τον τηρούμενο σε αυτήν ατομικό λογαριασμό όψεως του εκδότη, υπ’ αριθ. …, και ο ενάγων του επέστρεψε την προγενέστερα δοθείσα υπ’ αριθ. 10031847-9 επιταγή. Ο λήπτης του αξιογράφου εμφάνισε αυτό προς πληρωμή στην προαναφερθείσα πληρώτρια τράπεζα, εμπροθέσμως, στις 24.9.2009, ωστόσο δεν πληρώθηκε, εξαιτίας της έλλειψης διαθέσιμων κεφαλαίων του εκδότη της σε αυτήν, και σφραγίστηκε, με συνέπεια την πρόκληση ισόποσης ζημίας του πρώτου, ο δε εκδότης της γνώριζε, κατά την έκδοσή της, ότι θα έλειπαν τα αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά τον χρόνο της εμφάνισής της. Η εν θέματι επιταγή εκδόθηκε λόγω της ύπαρξης οφειλής εκ της προγενέστερης κάλυψης, με ίδια κεφάλαια, δαπανών της Π.Α.Ε. από τον ενάγοντα, στο πλαίσιο μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας και κατόπιν συννενόησής του με τον εναγόμενο, κατά τα εκτεθέντα, και όχι καταπιστευτικά, με σκοπό την κάλυψη της ανάγκης της μελλοντικής ρευστότητας της εταιρείας, υπό την προϋπόθεση της συναίνεσης του πρώτου εναγόμενου στη διενέργεια των σχετικών δαπανών. Ως εκ τούτου, ο ενάγων διατηρεί έναντι του τελευταίου αξίωση ύψους 220.000 ευρώ, νομιμοτόκως, ως αποζημίωση για την θετική ζημία που προκλήθηκε στην περιουσία του, εξαιτίας της έκδοσης της ακάλυπτης αυτής επιταγής και της τελεσθείσας σε βάρος του αδικοπραξίας. Όλα τα ανωτέρω έχουν κριθεί τελεσίδικα δυνάμει της υπ’ αριθ. 34/2023 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πατρών, η οποία απέρριψε τις συνεκδικαζόμενες με αριθμό κατάθεσης 16/25.1.2018 και 17/25.1.2018 εφέσεις των διαδίκων και της παρούσας δίκης, επί της υπ’ αριθ. 98/2016 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών, τακτικής διαδικασίας. Με την τελευταία είχε απορριφθεί, ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 213/2011 κύρια αγωγή του ήδη εναγόμενου κατά του ενάγοντος, με αντικείμενο την αποζημίωσή του λόγω τέλεσης αδικοπραξίας σε βάρος του, με την μορφή της ποινικής απάτης, η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 860/2014 προσεπίκληση-παρεμπίιττουσα αγωγή του ήδη εναγόμενου κατά των μη διαδίκων στην παρούσα δίκη … και της εταιρείας με την επωνυμία: «…» και έγινε εν μέρει δεκτή, ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, η, με τις προτάσεις του ασκηθείσα, από 2.5.2013 ανταγωγή του ήδη ενάγοντος κατά του πρώτου εναγόμενου και υποχρεώθηκε ο δεύτερος να καταβάλει στον αντίδικό του, για την εκτεθείσα αιτία, καθώς και επιπροσθέτως ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης για την σε βάρος του τελεσθείσα διά της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής αδικοπραξία και την τελεσθείσα σε βάρος του αδικοπραξία βάσει απόπειρας απάτης επί δικαστηρίω κατ’ εξακολούθηση και συκοφαντικής δυσφήμισης, το συνολικό ποσό των 234.000 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από τη συζήτηση της υποθέσεως ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Το απορρέον εκ της ανωτέρω εφετειακής απόφασης δεδικασμένο καλύπτει ολόκληρο τον δικανικό συλλογισμό, ήτοι την έννομη σχέση που διαγνώσθηκε, τα πραγματικά περιστατικά που ήταν αναγκαία για τη διάγνωσή της και το νομικό χαρακτηρισμό που το Δικαστήριο έδωσε στα πραγματικά αυτά περιστατικά, τα οποία και δεσμεύουν το Δικαστήριο τούτο, ενώπιον και του οποίου τίθεται ο ίδιος νομικός συλλογισμός ως προδικαστικό ζήτημα. Συνεπώς, οι παραδοχές της υπ’ αριθ. 34/2023 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πατρών ως προς την ύπαρξη, την αιτία και το ύψος της οφειλής του πρώτου εναγόμενου έναντι του ενάγοντος (220.000 ευρώ, νομιμοτόκως) εκ της αναφερόμενης στην υπό κρίση αγωγή αιτίας, δεσμεύουν το παρόν Δικαστήριο και κατ’ επέκταση αποκλείεται η αμφισβήτησή τους από τον εναγόμενο (βλ. ειδικώς για αγωγή διάρρηξης δικαιοπραξίας ΕφΠειρ 786/2005, ΠΠΕυρ 17/2013, ΠΠΑθ 4072/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, σύμφωνα με τα όσα προαναφέρθηκαν, με την υπ’ αριθ. 195/2022 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου η συζήτηση της υπόθεσης ανεστάλη έως την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί των ανωτέρω δικογράφων, κατόπιν άσκησης των συνεκδικαζόμενων εφέσεων ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Κατά της εκδοθείσας υπ’ αριθ. 34/2023 αποφάσεως του τελευταίου ο εν προκειμένω πρώτος εναγόμενος έχει ασκήσει την από 18.4.2023, με αύξοντα αριθμό κατάθεσης 16/2023, αναίρεσή του ενώπιον του Αρείου Πάγου, η συζήτηση της οποίας έχει προσδιορισθεί, επιμελεία του ενάγοντος, για τη δικάσιμο της 11.3.2024. Εντούτοις, πέραν του ότι με την τελεσίδικη ως άνω απόφαση παράγεται δεδικασμένο, με το οποίο η έννομη τάξη προσδίδει δεσμευτική ενέργεια στο περιεχόμενό της και έτσι μπορεί μεν να ασκηθεί κατ’ αυτής το έκτακτο ένδικο μέσο της αναίρεσης, μέχρις ότου, όμως, τυχόν γίνει αυτή δεκτή, η απόφαση εξακολουθεί να αποτελεί δεδικασμένο και να δεσμεύει ως προς τη διαγνωθείσα έννομη συνέπεια, σε κάθε περίπτωση δε, στην προκειμένη περίπτωση δεν κρίνεται ότι Θα πρέπει να ανασταλεί εκ νέου η έκδοση οριστικής απόφασης επί της ένδικης διαφοράς στον πρώτο βαθμό, έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης επί των ανωτέρω δικογράφων, καθ’ όσον τούτο, λαμβάνοντας υπόψη την όλη δικονομική πορεία της διαφοράς, κρίνεται ότι δεν προάγει την οικονομία της δίκης. Ούτε, εξάλλου, οι κύριες συνέπειες της δίκης αυτής, επί της οποίας έχει ήδη εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση, προϋποθέτουν την έκδοση αμετάκλητης απόφασης (βλ. Μακρίδου Κ. , σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ΕρμΚΠολΔ, τ. Ι, άρθ. 249, αρ. 10). Ως εκ τούτου, το προβαλλόμενο από τους εναγόμενους αίτημα εκ νέου αναστολής της δίκης κρίνεται απορριπτέο. Ας αναφερθεί ότι με την υπ’ αριθ. 33742/2016 απόφαση του Η’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών ο πρώτος εναγόμενος κρίθηκε κατά πλειοψηφία ένοχος για το αδίκημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, αναφορικά με την ένδικη, υπ’ αριθ. 10061871-5, ποσού 220.000 ευρώ, ενώ δυνάμει της υπ’ αριθ. 1699/2017 απόφασης του ΣΤ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου απορρίφθηκε η ασκηθείσα από αυτόν αίτηση αναίρεσης κατά της τελευταίας. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι οι εναγόμενοι στις 29.1.2010 προέβησαν στην κατάρτιση της ένδικης δικαιοπραξίας και συγκεκριμένα μεταβίβασης της κυριότητας επί των τριών περιγραφόμενων στον κάτωθι τίτλο ακινήτων, με αιτία την γονική παροχή, από τον πρώτο εναγόμενο, στη δεύτερη εναγόμενη, κόρη του. Ειδικώς, με το υπ’ αριθ. 8.562/29.1.2010 συμβόλαιο γονικής παροχής ακινήτων της συμβολαιογράφου Αθηνών Μαρίνας Σταυριανού, ο πρώτος, διά νομίμου αντιπροσώπου, μεταβίβασε, κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, λόγω γονικής παροχής, στη δεύτερη εναγόμενη, ομοίως συμβαλλόμενη διά νομίμου αντιπροσώπου: α) ένα αγροτεμάχιο μη άρτιο και μη οικοδομήσιμο, ευρισκόμενο στη θέση «ΜΙΛΤΕΖΑ-ΜΑΛΛΙΑ ΡΟΥΝΙ» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Κερατέας, του τέως Δήμου Θορικίων, συνολικής έκτασης 702 τ.μ., το οποίο, κατά το προσαρτώμενο στον τίτλο από Οκτωβρίου 1976 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Παναγιώτη Παπαγιάννη, συνορεύει ανατολικά επί πλευράς 20 μέτρων με το υπ’ αριθ. 3 αγροτεμάχιο του ως άνω διαγράμματος, δυτικά επί πλευράς 31 μέτρων με Χέρσα έκταση, βόρεια επί πλευράς συνολικού μήκους 27 μέτρων με ιδιοκτησία κληρονόμων Γεωργίου Λιάγιαι και νότια επί πλευράς σε πρόσωπο συνολικού μήκους 29 μέτρων με αγροτική οδό πλάτους τεσσάρων μέτρων, β) ένα αγροτεμάχιο ευρισκόμενο στη θέση «ΜΙΛΤΕΖΑ-ΜΑΛΛΙΑ ΡΟΥΝΙ» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Κερατέας Αττικής, του τέως Δήμου Θορικίων, έκτασης 431,70 τ.μ., το οποίο, κατά το προσαρτώμενο στον τίτλο από Οκτωβρίου 1976 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Παναγιώτη Παπαγιάννη, συνορεύει ανατολικά επί πλευράς 39 μέτρων με αγροτική οδό, δυτικά επί πλευράς 17,20 μέτρων με το υπ’ αριθ. 5 αγροτεμάχιο του ως άνω διαγράμματος, ιδιοκτησίας πρώην Κωνσταντίνου Ιωάννου Μανώλη και των νυν Ανδρονίκης θυγατρός Σπυρίδωνος Λώμη, βόρεια επί πλευράς 40 μέτρων με ιδιοκτησία κληρονόμων Γεωργίου Λιάγκη και νότια επί πλευράς 10 μέτρων με αγροτική οδό πλάτους 4 μέτρων, γ) μία οριζόντια ιδιοκτησία, ήτοι το υπ’ αριθ. 25 διαμέρισμα του πέμπτου πάνω από το ισόγειο και ημιώροφο ορόφου, εμβαδού 40,50 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου 7%ο εξ αδιαιρέτου, μίας πολυκατοικίας κείμενης επί οικοπέδου άρτιου και οικοδομήσιμου, κατά τις πολεοδομικές διατάξεις, ευρισκόμενου στη θέση «ΤΡΥΠΙΟ ΛΙΘΑΡΙ» της κτηματικής περιφέρειας της πρώην Κοινότητας και ήδη Δήμου Χολαργού, επί της διασταύρωσης των οδών …, επί της οποίας φέρει τους αριθμούς … και … και Γ. Βεντούρη, επί της οποίας φέρει τον αριθμό …, με ΚΑΕΚ … . Το εν θέματι συμβολαιογραφικό έγγραφο, ως προς τα δύο αγροτεμάχια, μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κερατέας, στις 3.2.2010, στον τόμο … και αριθμό …, και ως προς το διαμέρισμα, καταχωρήθηκε στα βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Αγίας Παρασκευής στις 9.2.2010, με αριθμό καταχώρισης …. Η συνολική αξία των ακινήτων αυτών, κατά τον κρίσιμο χρόνο της μεταβίβασης, ανερχόταν στο επίπεδο της αντικειμενικής τους αξίας, ήτοι σε 75.852 ευρώ (αναλυτικά σε 5.903, 2590 και 67.359 ευρώ), όπως αναγράφηκε στον τίτλο κτήσης, εκτίθεται στην αγωγή και δεν αμφισβητείται ειδικώς από τους εναγόμενους. Περαιτέρω, τα μεταβιβασθέντα αυτά ακίνητα αποτελούσαν, και τούτο δεν αμφισβητείται από τους τελευταίους, τα μοναδικά περιουσιακά στοιχεία του πρώτου εναγόμενου στην Ελλάδα. Ο τελευταίος, στο πλαίσιο της αιτιολογημένης άρνησης του κρινόμενου δικογράφου, υποστηρίζει ότι αποτελεί τον αποκλειστικό ιδιοκτήτη του ομίλου επιχειρήσεων «…», με αντικείμενο δραστηριότητας το real estate στη Νότια Αυστραλία, στον οποίο (όμιλο) ανήκει μεγάλος αριθμός εμπορικών κέντρων, καθώς και ότι του ανήκουν (εννοώντας ατομικά) δύο υπερπολυτελείς μαρίνες και τρία πολυώροφα κτίρια, σε ένα εκ των οποίων στεγάζεται το Προξενείο της Ελλάδας στην Αδελαΐδα, καθώς και τα υπό ανέγερση κτίρια των ξενοδοχείων «Oxford» και «Sheraton». Επιπλέον, αναφέρει ότι η περιουσία του (ίδιου) υπερβαίνει το 1,1 δισεκατομμύριο δολάρια Αυστραλίας. Εντούτοις, πέραν του ότι η αφερεγγυότητα ενός οφειλέτη αξιολογείται και με οικονομικούς όρους, και εν προκειμένω, αληθής υποτιθέμενη η ύπαρξη πολύ μεγάλης ακίνητης περιουσίας στην Αυστραλία, τούτο θα σήμαινε την από πλευράς του ενάγοντος δανειστή επιδίωξη της αναγκαστικής εκτέλεσης σε έτερη έννομη τάξη, σε κάθε περίπτωση, οι εναγόμενοι, προς επίρρωση των ανωτέρω υποστηριζόμενων αναφορικά με την περιουσιακή κατάσταση του πρώτου εξ αυτών, προσκομίζουν μεταφρασμένες ιστοσελίδες για το προφίλ του ομίλου των εταιρειών, οικονομικών συμφερόντων του πρώτου, δημοσιεύματα του ελληνικού και ξένου Τύπου και ιστοσελίδων, στα οποία εκτίθεται η επιχειρηματική δραστηριότητα του εναγόμενου και αναφέρεται το μέγεθος της τεράστιας οικονομικής του δύναμης, έγγραφο σχετικά με την υποψηφιότητά του, κατά τα έτη 2004, 2013, 2014, για τον τίτλο του «Αυστραλού της χρονιάς», δημοσίευμα για τη συμμετοχή του σε συνέδριο διοργάνωσης της Περιφέρειας Πελοποννήσου με την συμμετοχή επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό, προσκλήσεις Αυστραλών αξιωματούχων προς αυτόν, σχετικά με την παράθεση επίσημων γευμάτων, καθώς και έγγραφο υπογεγραμμένο από τον Διευθυντή της Delloitte Private Pty LTD. Εντούτοις, από μόνα τα ανωτέρω έγγραφα, και καθώς δεν προσκομίστηκε κανένας τίτλος κτήσης ή έγγραφο τηρούμενο σε σύστημα δημοσιότητας που τυχόν τηρείται στην Αυστραλία, δεν προκύπτει κατά τρόπο συγκεκριμένο ορισμένο ατομικό, και όχι ανήκον σε ομίλους επιχειρήσεων συμφερόντων του, περιουσιακό στοιχείο του πρώτου εναγόμενου, κατά την ταυτότητα και την αξία του, και ειδικώς δεκτικό αναγκαστικής εκτέλεσης και εμφανές για τους δανειστές του, ούτε, εξάλλου, η ανυπαρξία εμπράγματων εξασφαλίσεων επ’ αυτού. Ούτε, πάντως, επικαλείται ο εναγόμενος τυχόν γνώση του ενάγοντος σχετικά με την ύπαρξη τέτοιου, στοιχείο που θα το ενέτασσε στην κατηγορία των εμφανών περιουσιακών στοιχείων. Λεκτέον ότι οι τραπεζικές καταθέσεις του εκάστοτε οφειλέτη, εφόσον δεν είναι γενικώς γνωστές στους δανειστές του, χαρακτηρίζονται ως αφανή περιουσιακά στοιχεία και εξομοιώνονται με ανύπαρκτα γι’ αυτούς τέτοια, αφού με διαφορετική εκδοχή τίθεται σε κίνδυνο ο επιδιωκόμενος με τη διάρρηξη σκοπός της προστασίας των δανειστών από καταδολιευτικές απαλλοτριώσεις (βλ. ΑΠ 928/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ούτε, τέλος, αναφέρθηκε κατά τρόπο ορισμένο κάποιο περιουσιακό στοιχείο του εναγόμενου στην Αυστραλία από τον μάρτυρα ανταπόδειξης, ο οποίος εξετάσθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την αρχική συζήτηση της διαφοράς και ο οποίος έκανε λόγο για ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, συγκεκριμένα εμπορικά κέντρα, τα οποία ανήκουν σε εταιρείες συμφερόντων του. Συνεπώς, εφόσον δεν προκύπτει ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο της ένδικης χαριστικής δικαιοπραξίας, κατά τον οποίο η αξίωση του ενάγοντος είχε γεννηθεί, υπήρχαν εμφανή διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία του πρώτου εναγόμενου, από την αναγκαστική εκτέλεση επί των οποίων θα μπορούσε να ικανοποιηθεί η τελευταία, η δεύτερη δε προδήλως τελούσε σε γνώση του στοιχείου αυτού κατά την κατάρτιση της απαλλοτριωτικής δικαιοπραξίας και ενήργησε, ως εκ τούτου, με πρόθεση βλάβης του ενάγοντος, δανειστή, εφόσον γνώριζε ότι με την απαλλοτρίωση των τριών μεταβιβαζόμενων περιουσιακών του στοιχείων δεν θα υπήρχε επαρκής εμφανής περιουσία του και θα ματαιωνόταν η ικανοποίηση της εναντίον του αξίωσης. Εξάλλου, καθώς η ένδικη εκποιητική είχε ως αιτία χαριστική υποσχετική δικαιοπραξία, ειδικώς γονική παροχή, δεν ερευνάται η γνώση της δεύτερης εναγόμενης ως προς τα ανωτέρω, σημειούμενου ότι η γονική παροχή αποτελεί αμιγώς χαριστική αιτία απαλλοτρίωσης, ακόμη και κατά το ποσό που δεν υπερβαίνει το μέτρο που επιβάλλουν οι περιστάσεις (βλ. ΑΠ 88/2023, ΑΠ 1633/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, τα ακίνητα αυτά μεταβιβάσθηκαν από τον εναγόμενο στη διάδικο κόρη του τον Ιανουάριο του 2010, ήτοι μόλις τέσσερις μήνες μετά την σφράγιση της ένδικης επιταγής από την πληρώτρια τράπεζα και τρεις μήνες μετά την έκδοση εναντίον του της υπ’ αριθμόν Ι . 1419/2009 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, για την εν λόγω αιτία, η οποία τελικώς ακυρώθηκε, κατά τα παρατιθέμενα ανωτέρω, κατόπιν άσκησης ανακοπής από πλευράς του, παρά το γεγονός ότι βρίσκονταν στην κυριότητά του, τα μεν αγροτεμάχια από το 1980, το δε διαμέρισμα από το 1972, ενώ ο εξετασθείς στο ακροατήριο του Δικαστηρίου μάρτυρας ανταπόδειξης δεν έδωσε προς τούτο κάποια πειστική εξήγηση. Βάσει όλων των ανωτέρω, παρίσταται βάσιμο το αγωγικό αίτημα να απαγγελθεί η διάρρηξη της ένδικης δικαιοπραξίας, και δη στο σύνολό της, καθώς η αξία των μεταβιβασθέντων ακινήτων υπολείπεται της απαίτησης του ενάγοντος, μόνον δε κατά τον τρόπο αυτόν μπορεί να υπάρξει, έστω και μερική, ικανοποίηση της τελευταίας. Κατ’ ακολουθίαν, θα πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει δεκτή ως ουσία βάσιμη και να απαγγελθεί η υπέρ του ενάγοντος διάρρηξη ως καταδολιευτικής της προσβαλλόμενης απαλλοτρίωσης των τριών ακινήτων που περιγράφονται στο σκεπτικό της παρούσας, από τον πρώτο εναγόμενο στην δεύτερη εναγόμενη, δυνάμει του υπ’ αριθ. 8.562/29.1.2010 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών Μαρίνας Σταυριανού, το οποίο, ως προς τα δύο αγροτεμάχια, μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κερατέας, στις 3.2.2010, στον τόμο … και αριθμό …, και ως προς το διαμέρισμα, καταχωρήθηκε στα βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Αγίας Παρασκευής στις 9.2.2010, με αριθμό καταχώρισης …. Τέλος, λόγω της ήττας τους οι εναγόμενοι Θα πρέπει να καταδικαστούν στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, κατά ουσιαστική παραδοχή του νόμιμου περί τούτου αιτήματός του και τα ειδικώς οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας (άρθ. 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 63 επ. N. 4194/2013).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.
ΑΠΑΓΓΕΛΛΕΙ την υπέρ του ενάγοντος διάρρηξη ως καταδολιευτικής της απαλλοτρίωσης που περιέχεται στο υπ’ αριθ. 8.562/29.1.2010 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών Μαρίνας Σταυριανού, το οποίο, ως προς τα δύο κάτωθι αγροτεμάχια, μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κερατέας, στις 3.2.2010, στον τόμο … και αριθμό …, και ως προς το κάτωθι διαμέρισμα, καταχωρήθηκε στα βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Αγίας Παρασκευής στις 9.2.2010, με αριθμό καταχώρισης …, δυνάμει του οποίου ο πρώτος εναγόμενος μεταβίβασε στη δεύτερη εναγόμενη κατά κυριότητα, αιτία γονικής παροχής: α) ένα αγροτεμάχιο μη άρτιο και μη οικοδομήσιμο, ευρισκόμενο στη Θέση «ΜΙΛΤΕΖΑ-ΜΑΛΛΙΑ ΡΟΥΝΙ» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Κερατέας, του τέως Δήμου Θορικίων, συνολικής έκτασης 702 τ.μ., το οποίο, κατά το προσαρτώμενο στον τίτλο από Οκτωβρίου 1976 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Παναγιώτη Παπαγιάννη, συνορεύει ανατολικά επί πλευράς 20 μέτρων με το υπ’ αριθ. 3 αγροτεμάχιο του ως άνω διαγράμματος, δυτικά επί πλευράς 31 μέτρων με χέρσα έκταση, βόρεια επί πλευράς συνολικού μήκους 27 μέτρων με ιδιοκτησία κληρονόμων Γεωργίου Λιάγκη και νότια επί πλευράς σε πρόσωπο συνολικού μήκους 29 μέτρων με αγροτική οδό πλάτους τεσσάρων μέτρων, β) ένα αγροτεμάχιο ευρισκόμενο στη θέση «ΜΙΛΤΕΖΑ-ΜΑΛΛΙΑ ΡΟΥΝΙ» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Κερατέας Αττικής, του τέως Δήμου Θορικίων, έκτασης 431,70 τ.μ., το οποίο, κατά το προσαρτώμενο στον τίτλο από Οκτωβρίου 1976 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Παναγιώτη Παπαγιάννη, συνορεύει ανατολικά επί πλευράς 39 μέτρων με αγροτική οδό, δυτικά επί πλευράς 17,20 μέτρων με το υπ’ αριθ. 5 αγροτεμάχιο του ως άνω διαγράμματος, ιδιοκτησίας πρώην Κωνσταντίνου Ιωάννου Μανώλη και των νυν Ανδρονίκης θυγατρός Σπυρίδωνος Λώμη, βόρεια επί πλευράς 40 μέτρων με ιδιοκτησία κληρονόμων Γεωργίου Λιάγκη και νότια επί πλευράς 10 μέτρων με αγροτική οδό πλάτους 4 μέτρων, γ) μία οριζόντια ιδιοκτησία, ήτοι το υπ’ αριθ. 25 διαμέρισμα του πέμπτου πάνω από το ισόγειο και ημιώροφο ορόφου, εμβαδού 40,50 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου 7%ο εξ αδιαιρέτου, μίας πολυκατοικίας κείμενης επί οικοπέδου άρτιου και οικοδομήσιμου, κατά τις πολεοδομικές διατάξεις, ευρισκόμενου στη Θέση «ΤΡΥΠΙΟ ΛΙΘΑΡΙ» της κτηματικής περιφέρειας της πρώην Κοινότητας και ήδη Δήμου Χολαργού, επί της διασταύρωσης των οδών …, επί της οποίας φέρει τους αριθμούς … και … και …, επί της οποίας φέρει τον αριθμό …, με ΚΑΕΚ …
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγόμενους στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των εννιακοσίων (900) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις Δεκεμβρίου 2023.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στην Αθήνα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 29 Δεκεμβρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ